Δευτέρα 6 Αυγούστου 2007
Πέτρος ο Πελεκάνος - Μια ιστορία της Μυκόνου Α μέρος
Ηταν ένα σούρουπο του 1958 όταν η είδηση πως στο νησί έφτασαν 3 τεράστια πουλιά με την ψαρόβαρκα του Θοδωρή αναστάτωσε όλο το νησί. Βλέπετε η Μύκονος τότε ήταν ένα ήσυχο νησάκι όπου ακόμη δεν είχαν καταφτάσει τα τροχοφόρα και τα σπίτια δεν είχαν ακόμη τηλεοράσεις. Ο θοδωρής ήταν ένας πράος άνθρωπος ο οποίος αγαπούσε γενικότερα τα ζώα. Τα πουλιά αυτά λέγεται πως προσγειώθηκαν στο σκαρί του Θοδωρή και δεν έλεγαν να φύγουν.
Ο Θοδωρής τα τάιζε καθημερινά με ψάρια μα καθώς πέρασαν οι μήνες το ένα πουλί (πελεκάνοι είπαν πως ήτανε) ψόφησε, είπαν πως θα πρέπει να ήταν προχωρημένης ηλικίας. Τα άλλα δύο κάθε απόγευμα πετούσαν πάνω από τους μύλους που είναι εκεί αραδιασμένοι λίγο πάνω από το λιμανάκι του νησιού. Τότε οι μύλοι με τα ανοιχτά πανιά περιστρέφονταν κάτω από το δροσερό Αιγαιοπελαγίτικο αεράκι και αλέθανε το στάρι και το κριθάρι, το μετατρέπανε σε αλεύρι και με αυτό το αλεύρι έφτιαχναν οι άνθρωποι το ψωμί τους.
Ο Πέτρος ο πελεκάνος όπως ονομάστηκε ο ένας από αυτούς, μια μέρα γνωρίστηκε με τον Βασίλη (ή Βασίλα όπως τον φωνάζανε οι ντόπιοι) και από τότε γινήκανε αχώριστοι φίλοι. Ο Βασίλης ήταν ένας φτωχός άνθρωπος, έβλεπε μοναχά από το ένα μάτι, το άλλο μάτι το είχε χάσει όταν ένα μουλάρι του είχε ρίξει μια κλωτσιά σαν ήτανε παιδάκι. Ψιλοτραύλιζε κιόλας, είχε όμως μια καρδιά περιβόλι και ήξερε και έπαιζε την σαμπούνα (ένα είδος γκάϊντας) όπου μαζί με το τουμπάκι γίνονταν ζύα, όπως λένε οι ντόπιοι, και παίζανε και χόρευε ο κόσμος.
Ο Πέτρος ο πελεκάνος κυκλοφορούσε πάνω στα τσουβάλια με το αλεύρι που κουβάλαγε καθημερινά ο Βασίλης (ήταν χαμάλης ξέχασα να σας το πω και κάθε μέρα κουβαλούσε στην πλάτη του τα φαγώσιμα και πράγματα που δεν έβγαζε το νησί, και που έρχονταν με το καράβι από τον Πειραιά). Την ημέρα της σκόλης, την Κυριακή, ο Πέτρος κυκλοφορούσε με τον Βασίλη στον γιαλό. Σαν έπιανε χειμώνας ο Πέτρος ο πελεκάνος κοιμόταν σε ένα σπιτάκι που τούχε φτιάξει ο Θοδωρής στην αυλή του σπιτιού του για να προστατεύεται από τον βορριά που φυσά στο νησί.
Καθημερινά σαν έβγαιναν οι ψαρόβαρκες στο λιμάνι ο Πέτρος ήξερε και τους περίμενε θαρρείς και γνώριζε την ώρα που έβγαιναν στη στεριά, και οι ψαράδες του δίνανε ψάρια τα οποία προσπαθούσε να προλάβει να μην του τα φάνε οι γάτες του νησιού.
Οταν μια μέρα ο Πέτρος χάθηκε από το νησί όλοι στεναχωρήθηκαν, είχε γίνει βλέπετε η μασκότ του νησιού. Σαν ακούστηκε όμως η είδηση πως ψαράδες τον είδαν να περιφέρεται στο νησί της Τήνου, έτρεξαν και τον μαζέψανε γιατί κανείς κάτοικος της Μυκόνου δεν ήθελε να φύγει ο Πέτρος αφού τον θεωρούσαν το γούρι του νησιού. Κόντεψε να ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα στους Μυκονιάτες και τους Τηνιακούς οι οποίοι ήθελαν να έχουν και αυτοί μια μασκότ στο νησί τους όπως οι Μυκονιάτες, αλλά τελικά τον ξαναπήραν οι Μυκονιάτες τον Πέτρο στο νησί τους.
Κάποτε έγινε δικτατορία στην Ελλάδα. Αυτό που άκουγε ο Πέτρος ήταν πως στην δικτατορία οι άνθρωποι δεν είναι ελεύθεροι. Αυτό το κατάλαβε σαν τον καλέσανε στην Αμερική για να τον τραβήξουνε ταινία (βλέπετε η φήμη του είχε ξεπεράσει τα όρια της Ψαροκώσταινας). Μια μέρα λοιπόν φαίνεται πως κουράστηκε να του λένε τι να κάνει που να πάει και αποφάσισε να το σκάσει από το κινηματογραφικό στούντιο και αποφάσισε να εξερευνήσει τους δρόμους της Νέας Υόρκης. Μετά από αρκετές ώρες τελικά τον ξαναβρήκανε εξαντλημένο ανάμεσα σε κάποια αυτοκίνητα όπου αποφάσισε να ρίξει έναν υπνάκο.
Αφ' ότου ξαναγύρισε στην Μύκονο, ο Πέτρος είχε γίνει πλέον διάσημος. Οι τουρίστες είχαν ακούσει για αυτόν και κάθε φορά που τον αντίκρυζαν να περιφέρεται στα σοκάκια της Μυκόνου προσπαθούσαν να αποσπάσουν μια φωτογραφία του, και εκείνος θαρρείς και το καταλάβαινε και όταν έβλεπε φωτογραφική μηχανή κορδωνότανε και έπαιρνε πόζα.
Περάσανε τα χρόνια και ο κολλητός φίλος του Πέτρου του πελεκάνου, ο Βασίλης, εκεί που γλένταγε σε μια ταβέρνα ταξίδεψε για άλλα ουράνια νησιά έτσι καθώς ήταν καθισμένος στην καρέκλα του. Ετσι ο Πέτρος έχασε το καταφύγιό του του σε αυτό το φτωχικό Μυκονιάτικο μικρό σπιτάκι του αγαπημένου του φίλου Βασίλη που τον φρόντιζε, και άρχισε να περιφέρεται ανάμεσα στα εστιατόρια που ωστόσο είχαν ανοίξει εκεί στην περιοχή της Αλευκάντρας. Η Μύκονος άρχισε να αλλάζει, το νησί τουριστικοποιήθηκε, και τα τροχοφόρα άρχισαν να διασχίζουν την άσφαλτο που κάλυψε όλους τους χωματόδρομους της Μυκόνου. Τα καλοκαίρια που ο ήλιος είναι πολύ ζεστός στη Μύκονο επειδή δεν υπάρχουν πολλά δεντράκια, ο Πέτρος προσπαθούσε να βρεί λίγη δροσιά κάτω από τα αυτοκίνητα.
Μια ημέρα που ο Πέτρος κοιμόταν κάτω από ένα αυτοκίνητο και ποιός ξέρει τι ονειρευόταν, ο άνθρωπος πούχε το αυτοκίνητο το έβαλε εμπρός χωρίς να ξέρει πως ο Πέτρος ήταν εκεί.....Ηταν το τελευταίο όνειρο του Πέτρου του πελεκάνου.......
Από τότε επειδή οι Μυκονιάτες στεναχωρέθηκαν πολύ, είχαν βλέπετε δεθεί με τον Πέτρο τον πελεκάνο με τον οποίο είχαν ζήσει τα φτωχά τους χρόνια τότε που η Μυκόνος δεν ήταν ακόμη τόσο τουριστικό νησί, πάντα έχουν έναν πελεκάνο στο νησί και σε ανάμνηση του παλιότερου Πέτρου πάντα τον ονομάζουν Πέτρο........
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τι όμορφες ιστορίες - παραμύθια... Ξεχάστηκα πολύ ώρα να τα διαβάζω όλα. Κοιτα τελικά πόσο όμορφες ιστορίες είναι μέσα μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤυχαία βρέθηκα εδώ και ως φαίνεται θα κολλήσω.
Καλή σου μέρα, και καλά ταξιδέματα.
oxi mono me prasires stin istoria sou ma sigkinithika sto telos gia ton petro..poli omorfa kai paramithenia mas travikses ston kosmo sou..sinexise.
ΑπάντησηΔιαγραφήakolouthoumeQ)
Βρασίδα, κάπου εκεί στο κατώφλι του blog είχα αλοίψει λίγο μέλι για αυτόν που θα έκανε ποδαρικό στο blog. Και φαίνεται καθώς έκανες ποδαρικό το πάτησες. Καλώς σε βρήκα .... συνταξιδιώτη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι μεγάλη μου τιμή στα εγκαίνια του blog να με επισκέπτεται ένας βασιλιάς και μάλιστα ευαίσθητος βασιλιάς. Ιδιαίτερα όταν είναι βασιλιάς του δάσους ενός τόσο σπάνιου είδους στις μέρες μας μου δίνει δύναμη και κουράγιο να συνεχίσω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορία του Πέτρου είναι πράγματι συγκινητική. Υπάρχει και συνέχεια....η αγάπη του κόσμου ήταν τέτοια που όταν ξεψύχησε ο Πέτρος, οι κάτοικοι μη μπορώντας να αντέξουν τον χαμό του, τον βαλσάμωσαν και σήμερα το σώμα του στέκει εκεί αγέρωχο στην είσοδο του Λαογραφικού Μουσείου του νησιού.
Nα κάμεις μασκότι του βλογίου σου τονε βρασίδα αφού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦοβερή ιστορία, καλη σου μέρα !